
ΑΞΙΩΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΖΥΓΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ (ΑΞΙΩΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΑ ΑΠΟΚΤΗΜΑΤΑ).
Ένα διαζύγιο έχει συνέπειες σε όλες τις πτυχές της ζωής του πρώην ζευγαριού. Μια από αυτές τις πτυχές είναι τα περιουσιακά ζητήματα. Πέρα από την τυχόν οφειλή διατροφής μεταξύ των συζύγων, ο Νόμος αναγνωρίζει και τη συμβολή του κάθε συζύγου στην αύξηση της περιουσίας του άλλου. Η διατήρηση του κοινού οίκου από τους δυο συζύγους κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης έχει και την οικονομική πλευρά της, καθώς κατά τεκμήριο, ο κάθε σύζυγος προσφέρει στον άλλο μέσα στο γάμο υποστήριξη και βοήθεια κάθε είδους, συναισθηματική εγγύτητα και οικειότητα που μπορεί να βοηθούν τον άλλο στην εργασία του και να οδηγούν στην αύξηση της περιουσίας του, η οποία μπορεί να μην είχε επιτευχθεί χωρίς την υποστήριξη μέσα στην οικογένεια.
Επομένως, αν ο γάμος λυθεί και η περιουσία του ενός συζύγου έχει αυξηθεί σε σχέση με αυτή του άλλου συζύγου, τεκμαίρεται ότι ο άλλος σύζυγος, δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή.
Χρονικά, οι περιουσίες των συζύγων αποτιμώνται κατά πόσο αυξήθηκαν από την τέλεση του γάμου μέχρι την λύση του. Αν η περιουσία του ενός έχει αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, τότε η διαφορά που προκύπτει από αμφότερες την αύξηση ανάμεσα στα χρονικά σημεία τέλεσης και λύσης του γάμου, λογίζεται ως αντικείμενο της αξίωσης από τα αποκτήματα. Αν π.χ. η περιουσία του ενός κατά την τέλεση του γάμου αποτιμάται στις 100.000 € και κατά τη λύση στις 300.000 €, η αξίωση από τα αποκτήματα λογίζεται αυτή των 200.000 €.
Επειδή δεν είναι εκ των προτέρων γνωστό στον δικαστή το πόσο οφείλεται η αύξηση στον έτερο σύζυγο, ο Νόμος καθιερώνει τεκμήριο ότι η συμβολή αυτή ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί στο δικαστήριο μεγαλύτερη ή μικρότερη ή και καμία συμβολή.
Η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα θεσπίζεται αναλογικά από το Νόμο και στην περίπτωση διάστασης των συζύγων που διάρκεσε περισσότερο από τρία χρόνια.
Στην αύξηση της περιουσίας των συζύγων δεν υπολογίζεται ό,τι αυτοί απόκτησαν από δωρεά, κληρονομία ή κληροδοσία ή με διάθεση αυτών που απέκτησαν από αυτές τις αιτίες και τυχόν τους απέδωσαν οικονομικούς καρπούς. Οι καρποί αυτοί δεν υπολογίζονται στην αύξηση της περιουσίας του υπόχρεου συζύγου.
Σε περίπτωση θανάτου του συζύγου που είχε αύξηση στην περιουσία του, η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα κληρονομείται από τους κληρονόμους του. Επίσης δεν μεταβιβάζεται ούτε γενικότερα κληρονομείται η εν λόγω αξίωση, εκτός αν έχει αναγνωρισθεί με σύμβαση από τον υπόχρεο ή αν έχει ήδη επιδοθεί η σχετική αγωγή από τον δικαιούχο σύζυγο.
Η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα παραγράφεται δύο χρόνια μετά τη λύση ή την ακύρωση του γάμου.
Τέλος, ο καθένας από τους συζύγους έχει το δικαίωμα, στην περίπτωση που ασκήθηκε αγωγή διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή που ο ίδιος άσκησε με αγωγή την αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα, να ζητήσει από τον άλλο σύζυγο ή από τους κληρονόμους του την παροχή οικονομικής ασφάλειας, αν εξαιτίας της συμπεριφοράς τους υπάρχει βάσιμος φόβος ότι κινδυνεύει η αξίωσή του να μην ικανοποιηθεί σε περίπτωση ευδοκίμησης της αγωγής.