
Στοιχείο της παθολογίας της έννομης σχέσης του δανείου μεταξύ της τράπεζας και του δανειολήπτη, είναι η έκδοση διαταγής πληρωμής, όταν το δάνειο πάψει να εξυπηρετείται. Η έκδοση διαταγής πληρωμής ακολουθεί το «κοκκίνισμα» του δανείου και την ανεπιτυχή προσπάθεια ρύθμισης.
Η διαταγή πληρωμής είναι ο απλούστερος και γρηγορότερος τρόπος για να πάρει η τράπεζα πίσω τα χρήματά της.
Μάλιστα, η έκδοση αυτής γίνεται χωρίς την γνώση του δανειολήπτη και χωρίς αυτός να ακουστεί από το δικαστήριο.
Για τον λόγο αυτό, ο νόμος απαιτεί η αιτούσα τράπεζα να αποδείξει την απαίτησή της ενώπιον του δικαστή με έγγραφα από τα οποία προκύπτει το βέβαιο και εκκαθαρισμένο της απαίτησής της, η οποία θα πρέπει να αποδεικνύεται με τρόπο αδιαμφισβήτητο, ώστε ο δικαστής να εκδώσει την διαταγή πληρωμής άνευ ακροάσεως του οφειλέτη.
Ως εκ τούτου, η διαδικασία είναι αυστηρά τυπική, γεγονός που δημιουργεί προβλήματα ως προς το έγκυρο της έκδοσης, δίνοντας έτσι τρόπους άμυνας στον δανειολήπτη, ο οποίος μπορεί να προσβάλει με ανακοπή την εκδοθείσα διαταγή πληρωμής, επικαλούμενος τυπικές παραλείψεις περί την έκδοση αυτής, αλλά και ουσιαστικούς λόγους που αφορούν στην εναντίον του απαίτηση.
Οι τυπικοί λόγοι μπορεί να αφορούν στο κύρος του εγγράφου βάσει του οποίου εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, π.χ. πλαστό έγγραφο ή άκυρο αντίγραφο του αποσπάσματος των μηχανογραφημένων βιβλίων της τράπεζας, ή την μη έγγραφη απόδειξη της απαίτησης, αναρμοδιότητα του δικαστή που εξέδωσε την διαταγή πληρωμής, ή την μη αναφορά στην αίτηση των αποδεικτικών εγγράφων της απαίτησης και της νομιμοποίησης της τράπεζας ή της εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων (ΑΕΔΑΔΠ – servicers) που διαχειρίζεται το δάνειο εκ μέρους κάποιου fund του εξωτερικού.
Ως προς το ζήτημα της νομιμοποίησης των servicers στην επίσπευση εκτέλεσης (κατασχέσεων, πλειστηριασμών κλπ) αντί των funds, το ζήτημα έχει λυθεί αμετάκλητα από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου υπέρ των servicers, εταιρείες οι οποίες δημιουργήθηκαν για αυτόν ακριβώς τον λόγο. Αν και αρχικά κερδήθηκαν κάποιες ανακοπές από δανειολήπτες για αυτόν τον λόγο, εν τούτοις, αν αυτό γενικευόταν, θα δημιουργούσε συστημικό πρόβλημα στην διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά και θα οδηγούσε στην επίσπευση των σχετικών δικών από τα ίδια τα νομιμοποιούμενα funds, με τους δικούς τους δικηγόρους, οι οποίοι θα ενεργούσαν απευθείας στο όνομα των πρώτων και νόμιμα θα διεξήγαγαν τις σχετικές δίκες.
Οι ουσιαστικοί λόγοι αφορούν, ενδεικτικά, στην παραγραφή της απαίτησης, στην τυχόν εξόφληση αυτής προ της έκδοσης της διαταγής πληρωμής και στην εκ μέρους της τράπεζας εκκίνησης της διαδικασίας είσπραξης της απαίτησης καταχρηστικά.
Ο πιο συχνά απαντώμενος στην πράξη λόγος είναι η καταχρηστικότητα στην επίσπευση εκτέλεσης και η συμπεριφορά της τράπεζας ή του servicer ενάντια στα χρηστά ήθη, συνήθως όταν παρά την ύπαρξη διαπραγματεύσεων ή παρά την ύπαρξη συμφωνίας ρύθμισης, οι servicers εκδίδουν διαταγή πληρωμής. Ο λόγος αυτός λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη από τα δικαστήρια, καθώς οι ΑΕΔΑΔΠ (servicers) έχουν υποχρέωση να εξαντλούν τις πιθανότητες ρύθμισης της οφειλής και να αποφεύγουν την διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά και επειδή η χρηστή και έντιμη συμπεριφορά στις συναλλαγές αποτελεί γενική αρχή του δικαίου από την οποία δεν μπορεί να εξαιρεθεί κανένας, οι δε διατάξεις του νόμου που την επιτάσσουν θεωρούνται διατάξεις δημοσίας τάξεως.
Τέλος, να τονίσουμε πως κάθε οφειλή και κάθε δάνειο είναι μοναδική και πως δεν χωρούν λύσεις κοινές για όλες τις υποθέσεις. Οι λόγοι ανακοπής που αναφέρθηκαν ανωτέρω είναι ενδεικτικοί και μόνο με τη μελέτη του πλήρους φακέλου κάθε διαταγής πληρωμής από εξειδικευμένο νομικό σύμβουλο μπορεί να διαγνωστεί η λύση που εξατομικευμένα ταιριάζει στην κάθε περίπτωση. Για τον λόγο αυτό, όταν μας επιδοθεί διαταγή πληρωμής, θα πρέπει χωρίς καθυστέρηση να ενημερώνουμε τον νομικό μας σύμβουλο, καθώς για κάθε περαιτέρω ενέργεια προβλέπονται σύντομες προθεσμίες.